ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Το ίδιο όπως πάντα
Συζήτηση με τη Σίντια Αρεγιάνο
Έχει μάτια γαλάζια και λαμπερά, ένα πρόσωπο πολύ φίνο και
μια φιγούρα λεπτοκαμωμένη. Σπουδάζει παιδαγωγικά για να διδάσκει σε παιδιά με
προβλήματα. Ζει στην οδό Ιμπάνιες 510, σε ένα μοντέρνο σπίτι όπου δέχεται τους
επισκέπτες της με φιλόξενη διάθεση. Ένα σκυλί μαύρο κουνάει την ουρά του,
«μελετάει» τον επισκέπτη, μετά εγκαταλείπει το γυμνό σαλόνι και πάει στην αυλή
που γειτονεύει με αυτή της οικογένειας Μέσι. Η Σίντια είναι φίλη του Λίο πολλά
χρόνια. «Οι μητέρες μας λένε ότι είναι αδελφές από την... κοιλιά». Η Σίλβια
Αρεγιάνο (η μητέρα της Σίντια) έμεινε έγκυος πάνω κάτω τον ίδιο χρόνο που
έμεινε και η Σέλια. «Κάναμε παρέα», εξηγεί βιαστικά, «πηγαίναμε μαζί για ψώνια,
συζητούσαμε για το μέλλον των παιδιών μας. Για εμένα ήταν το βασικό. Ήμασταν
καλές φίλες». Αφήνει ένα ποτήρι σόδα επάνω στο τραπέζι και απομακρύνεται, για
να συνεχίσει η μεγάλη της κόρη, η Σίντια, η οποία ήταν με τον Λιονέλ από μικρή
ηλικία, έξω στον κήπο, στο νηπιαγωγείο και στην πρώτη τάξη μαζί, και πάντα μαζί
πηγαινοέρχονταν στο σχολείο. Και μετά στα γενέθλια, στις γιορτές και στα
παιχνίδια.
- Πώς ήταν ο Λίο από μικρός;
«Ήταν το τυπικό ντροπαλό παιδί που μίλαγε λίγο. Ξεχώριζε
μόνο όταν έπαιζε μπάλα. Θυμάμαι ότι στην αυλή του σχολείου, την ώρα του
διαλείμματος, οι αρχηγοί των ομάδων τις στιγμές που διάλεγαν για τις ομάδες
τους κατέληγαν πάντα να μαλώνουν γιατί όλοι ήθελαν τον Λίο, επειδή σημείωνε
πολλά γκολ. Με αυτόν κέρδιζαν σίγουρα. Το ποδόσφαιρο ήταν πάντα το πάθος του.
Πολλές φορές έλειπε από τις γιορτές των γενεθλίων για να μην αφήσει έναν αγώνα
ή μία προπόνηση».
-Και στο σχολείο;
«Τον λέγαμε "Πίκι" γιατί ήταν ο πιο μικρός από
όλους. Δεν του άρεσαν ούτε η γλώσσα ούτε τα μαθηματικά, ήταν καλός μόνο στη
γυμναστική και στη ζωγραφική».
-Λένε ότι εσείς τον βοηθούσατε...
«Ναι, μερικές φορές... Αυτός κατά τις εξετάσεις καθόταν
πίσω μου και χωρίς κανέναν ενδοιασμό, με ρωτούσε. Εγώ του περνούσα κρυφά από
την καθηγήτρια τον χάρακα και τη γόμα με τις απαντήσεις. Τα βράδια διαβάζαμε
μαζί».
-Μετά στο λύκειο οι δρόμοι σας χώρισαν. Ο Λίο πήγε στη
Βαρκελώνη.
«Κλαίγαμε όλοι εκείνο το απόγευμα του καλοκαιριού όταν
αυτός και η οικογένειά του πήγαν στην Ισπανία. Δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι
έχανα τον καρδιακό μου φίλο. Όταν μιλάγαμε στο τηλέφωνο συγκινούμασταν πάρα
πολύ και μου έδινε την εντύπωση πως γι' αυτόν το να ζει στην Ευρώπη ήταν
σκληρό. Αλλά όταν γύρισε αφού συζητήσαμε κατάλαβα ότι για εκείνον ήταν μία
εμπειρία πολύ σημαντική που τον ωρίμασε πάρα πολύ. Στην οικογένειά του στοίχισε
πολύ η μετακίνηση στην Ευρώπη, τόσο που η Σέλια και η Μαρία Σολ ξαναγύρισαν.
Αυτός παρέμεινε γιατί, όπως μου είπε, βρήκε παρέες της ηλικίας του που έπαιζαν
μπάλα. Και γι' αυτόν αυτό ήταν το σημαντικότερο. Ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής.
Και το κατάφερε».
Η Σίντια σηκώθηκε και γύρισε με ένα φάκελο γεμάτο
φωτογραφίες και αποκόμματα από εφημερίδες. Ήταν αυτοί οι δύο, μωρά.
Ο Λίο με μια πιπίλα και μία σαλιάρα σιέλ, πίσω μία
τεράστια κούκλα ντυμένη νύφη και δίπλα του μέσα στις πάνες και στις κοτσίδες η
Σίντια. Και ακόμα στον παιδικό σταθμό το 1992, στη φωτογραφία της τάξης, όλοι
με σιέλ ποδιά. Μεταμφιεσμένοι στο καρναβάλι, αυτός με ένα κασκέτο και ένα
ψεύτικο μουστάκι. Αυτή μακιγιαρισμένη με κάτι τεράστια γυαλιά και ένα άσπρο
φόρεμα. Και μετά, πολλές, πάρα πολλές σελίδες περιοδικών: «Ο νέος Μαραντόνα», «Περιμένοντας τον Μεσσία», «Από ποιον πλανήτη ήρθες», μέχρι τους τίτλους του
Ιουλίου του 2005, η κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου κάτω των 20 ετών.
«Εγώ ήμουν εκείνη που οργάνωσε τη γιορτή εδώ, στη
συνοικία. Πηγαίναμε για να ζητήσουμε χρήματα από όλους τους γείτονες για να
αγοράσουμε χρωματιστά χαρτάκια, ζωγραφιές και πυροτεχνήματα. Στο έδαφος γράψαμε
με άσπρα γράμματα "Ο Λίο, η εθνική περηφάνια" και στο δρόμο τού
βάλαμε αφίσα που έλεγε: "Καλώς ήλθες, πρωταθλητή"».
«Έπρεπε να είχε έρθει στη I μετά τα μεσάνυχτα, όλη η
συνοικία τον περίμενε, ήταν χειμώνας. Έκανε ένα τρομερό κρύο, και αυτός δεν
ερχόταν. Μερικοί κουράστηκαν και γύρισαν στα σπίτια τους. Εμείς συνεχίσαμε να
περιμένουμε μέχρι τις 5 τα ξημερώματα, έως ότου ένα άσπρο βανάκι φάνηκε
τρέχοντας στο δρόμο. Εκείνη τη στιγμή άναψαν όλα τα φλας και τα φώτα των
φωτογράφων και των καναλιών. Ο κόσμος άρχισε να φωνάζει: "Έφτασε ο
Λίο". Ήταν πάρα πολύ κουρασμένος. Δεν περίμενε τέτοιο καλωσόρισμα, και
ενθουσιάστηκε πολύ».
Ακόμα περισσότερες συνεντεύξεις, περισσότερες φωτογραφίες
του Λίο, και μερικές πολύ πικρές σελίδες, γεμάτες με κριτικές μετά από το
Αργεντινή - Γερμανία του Μουντιάλ του 2006, και τη φωτογραφία του Λίο. Μόνος
του καθισμένος στον πάγκο.
«Λέγανε ότι ήταν κακομαθημένος και ότι δεν ταίριαζε με
την εθνική ομάδα. Τον σκότωσαν. Αλλά δεν είναι έτσι. Μόνο αυτός που τον
γνωρίζει καλά μπορεί να καταλάβει τι αισθάνεται. Ο Λίο όταν αισθάνεται άσχημα
συμπεριφέρεται λίγο σαν "αυτιστικός", φεύγει και κλείνεται στον εαυτό
του. Και με εμένα έτσι συμπεριφερόταν. Έπρεπε να του τα βγάλω με το τσιγκέλι
ένα ένα τα πράγματα που είχε μέσα του. Αλλά για μένα ο Λίο είναι πάνω από όλα
ένα χαμόγελο».
- Και δεν άλλαξε;
«Όχι, εγώ τον βλέπω ίδιο όπως πάντα, συνεσταλμένο και
σιωπηλό. Είναι ο ίδιος Λίο με τον οποίο μεγάλωσα. Η μόνη διαφορά είναι ότι πριν
όταν ερχόταν εδώ, άρπαζε το ποδήλατο και πήγαινε στη γειτονιά, τώρα αρπάζει το
αυτοκίνητο γιατί ο κόσμος δεν τον αφήνει σε ησυχία. Δεν μπορεί να καταλάβει
αυτήν την τρέλα. Ο κόσμος της συνοικίας τού βγάζει φωτογραφίες, τα κορίτσια τον
περιμένουν μπροστά από την πόρτα του για να τον χαιρετήσουν. Οι μικροί θέλουν
να γίνουν σαν αυτόν. Ξαφνιάζομαι όταν ακούω ότι τον κριτικάρουν άσχημα στην
Ισπανία ή στην Εθνική Αργεντινής. Έτσι, όταν κάποιος με ρωτά γι' αυτόν, πολλές
φορές προτιμώ να σωπαίνω. Δεν θέλω να νομίζουν ότι μιλάω από συμφέρον ή για να
φανώ. Όχι, ο Λίο για μένα είναι ένας παντοτινός φίλος». Και χαμογελά.
πηγή: barcelonismo.gr
Συγγραφέας: Luca Caioli
Μετάφραση: Αργυρώ Ζαχαρίου
Επιμέλεια: Απόστολος Βαβαρίνης
Εκδότης: Παπαδόπουλος
Ημερ. Έκδοσης: 07/05/2012
Σελίδες: 306
ISBN: 978-960-484-328-2
Βιβλιοδεσία: Soft Cover
Σχήμα: 14.5x20.5
Τιμή: 13,99€
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου