«Δείμος Βραχασίου Ελέπολις»
Ηταν η πρώτη ομιλία του Κώστα Ζουράρι, επίτιμου γ.γ. της «Πυρίκαυστου Ελλάδας», στη Βουλή. Μέσα σε λιγότερες από 300 λέξεις συμπύκνωσε την Ελλάδα του Οδυσσέα Ελύτη («Ιδιωτική Οδός»), την Ελλάδα του Γιάννη Ρίτσου («Εδώ το φως»), την Ελλάδα του Θουκυδίδη («Περικλέους Επιτάφιος»), την Ελλάδα της Ορθοδοξίας. Κι όμως! Αυτό που κατάλαβαν οι πολλοί ήταν η δυσκολία της μετάφρασης στη νοηματική από τη συμπαθή κυρία στο άκρον της οθόνης. Αυτό που κατάλαβαν οι περισσότεροι ήταν ότι μιλούσε αρχαία. Αυτό που κατάλαβαν ήταν ότι έκανε επίδειξη πνεύματος. Αυτό που κατάλαβαν είναι ότι δεν κατάλαβαν τίποτα. Φευ. Μακάριοι...
Ας ασχοληθούμε τώρα -λοιπόν- με αυτά που «καταλαβαίνουμε». Με τις 12ποντες γόβες της Τζάκρη, την τουαλέτα της Ραχήλ, τα «ουάου» του Σαμαρά, τις ποταμίσιες selfies και τα mobigames της Ζαρούλια...
«Κύριε πρόεδρε, τα σέβη μου.
Κυρίες και κύριοι βουλευταί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι και συναδελφοί. Υπάρχει καιρός του λέγειν, υπάρχει καιρός του αντιλέγειν, υπάρχει καιρός του ψέγειν. Σήμερα για μένα θα είναι ο καιρός του υμνείν. Αίνων έπαινον του υμνείν την ιλιαδορωμιοσύνη.
Κύριες και κύριοι βουλευταί, έρχομαι από μακριά. Οι συλλέκτριες των κρόκων της Θήρας έρχονται δίπλα μου και παγαιμένες δίπλα με τον βόρειον τον άνεμο οι μυροφόρες με την χρυσή των αγγέλων αντανάκλασιν.
Κύριοι βουλευταί και κυρίες βουλευτές ή βουλευτίνες ή σύντροφοι ή συντρόφισσες, κύριοι και κυρίες. Επειδή σήμερα, αύριο, παραπέρα, αυτές τις μέρες, όπως πάντοτε, αείποτε και συνεχώς, θα βυσσοδομούν πάλι, η κουστωδία των δυσσεβών Βρυξελλών και εκείνος ο αρχέκακος όφις ο Αλεμανός, γι’ αυτό ακριβώς θα πρέπει να ξαναγυρίσουμε στον καθ’ ημάς τρόπον. Ποιος είναι ο τρόπος μας; Αυτός. Πάσαν γην και θάλασσαν εσβατών τη ημετέρα τόλμη καταναγκάσαντες γενέσθαι μνημεία αΐδια καλών τε και κακών συγκατοικήσαντες. Και επειδή θα επανέλθουν πάλι οι δυσσεβείς και οι άλλοι Αλεμανοί και ως αρχέκακος όφις, εμείς ξέρουμε ότι θα συμπαραταχθούμε, θα συμπορευθούμε, θα συμπολεμήσουμε τη υπερμάχω στρατηγώ που ’χει στα μάτια της ψηφιδωτό τον καημό της ρωμιοσύνης.
Βεβαίως, εμείς διδάξαμε στην οικουμένη, εμείς διδάξαμε πάντοτε, εσαεί και αείποτε και ξανά και ξανά ότι σ’ αυτόν εδώ τον χρονικώς υπεράχρονον τόπον, σ’ αυτόν τον τόπον, στην κορυφήν του Ομήρου και στο ακροθίνιον του Ολύμπου, εμείς οι Ολύμπιοι διδάξαμε εδώ ότι η έρις γίνεται έρως. Ναι, η έρις γίνεται έρως, έρως ελευθερίας. Και φυσικά ξέρουμε πολύ καλά ότι ξεκινούμε όπως πάντα εδώ και τρεις χιλιάδες ηττημένοι, αλλά ως ηττημένοι είμαστε αυτοί οι οποίοι θα ξαναδώσουμε σ’ αυτόν τον πλανήτη των πεπλανημένων πλανητών και των πλανήτων, την καθ’ ημάς καθεστηκυίαν πολιτείαν. Και ποια είναι η καθ’ ημάς καθεστηκυία πολιτεία; Μία και μόνη. Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει».
(υπόκλιση προς το σώμα)

πυρίκαυστος
-η, -ο / πυρίκαυστος, -ον, ΝΜΑ, και πυρίκαυτος, -ον, Α
αυτός που έχει καεί στη φωτιά, 2. αυτός που προξενείται από τη φωτιά («φλυκταινίδες ὥσπερ πυρίκαυστοι», Ιπποκρ.)
αρχ.
1. (ειδικά) αυτός που έχει καεί στη φωτιά με αποτέλεσμα να γίνει πιο σκληρός, αυτός που εκπέμπει φλόγες, που αντανακλά μεγάλη θερμότητα («τραῡμα ἔχωνπυρίκαυτον αὐτοῡ μοι παρεδρεύσεις», Λουκιαν.), αυτός που παρουσιάζει φλόγα («ὑπερῴα πυρίκαυτος», Αριστείδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πυρι- (βλ. λ. πυρ) + -καυστος / -καυτος (< καυστός / καυτός < καίω), πρβλ. ηλιό-καυστος, νεό-καυ- (σ)τος]
FULLpassion #105 EfSyn 14feb2015
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου