Κάποτε τα πράγματα είχαν ως εξής: Η κυρά (κι αφέντρα) του σπιτιού δε γινόταν να μη δει σε διακοσιοστή εξηκοστή πρώτη επανάληψη το Κωνσταντίνου Και Ελένης στον Αντένα. Και μετά βάλαμε Νόβα. Και η κυρά (κι αφέντρα) ξεροστάλιαζε με τις ώρας τα Σαββατοκύριακα μπρος στην Τι-Βι για να βλέπει σε τηλεμαραθώνιο τις Νοικοκυρές -που είναι μονίμως- Σε Απόγνωση. Κι έτσι όλη η Απόγνωση μεταφερόταν μονομιάς στον κύρη (και κάθε άλλο παρά αφέντη) του σπιτιού, ο οποίος εκείνη την ώρα ήθελε ν’ απολαύσει το ματσάκι του.
Ώσπου το συνδρομητικό βρήκε τη λύση και πάσαρε στους συνδρομητές του ένα μηχάνημα, που το λένε Πι-Βι-Αρ. Το μηχάνημα, δηλαδή, που σ’ αφήνει να δεις το ματσάκι με την ησυχία σου και την κυρά σου να μοιράζεται την απόγνωσή της με τις -μονίμως- Απεγνωσμένες Νοικοκυρές της Τι-Βι.
Έλα, όμως, που τούτο το διαολομηχάνημα έχει κι άλλα προσόντα: έχει και δυνατότητα εγγραφής προγράμματος. Κι έτσι, η κυρά σου προγραμματίζει τις Απεγνωσμένες όμοιές τη και να την κοπανάει απ’ το σπίτι εκείνη την ώρα, γιατί δεν αντέχει το νευρικό της σύστημα να σ’ ακούει να σκυλοβρίζεις τον Χασογκολόπουλο που αστόχησε προ κενής εστίας. Τότε εσύ εκμεταλλεύεσαι το γεγονός, βάζεις τη μικρή την Τι-Βι πλάι στη μεγάλη και βλέπεις δύο ματς. Το ελληνικό στη μεγάλη, το αγγλικό στη μικρή.
Αυτό θα το κάνεις μια, δυο φορές. Παραπάνω δεν θ’ αντέξεις. Θ’ αρχίσεις να βλέπεις το αγγλικό στη μεγάλη και το ελληνικό στη μικρή. Μέχρι που, κάποια στιγμή, θα καταργήσεις το ελληνικό τελείως. Θα βλέπεις το αγγλικό στη μεγάλη και το γαλλικό στη μικρή. Ή το αργεντίνικο. Ή το ρώσικο. Ακόμα και το νορβηγικό. Αλλά το ελληνικό αποκλείεται. Καθότι από την αναπόφευκτη λάιβ σύγκριση διαπιστώνεις αυτό που υποψιαζόσουν χρόνια: ότι το ελληνικό ματσάκι δεν είναι ποδόσφαιρο. Είναι κάτι-που-καταβάλει-συγκινητικές-πλην-απέλπιδες-απέλπιδες-προσπάθειες-να-μοιάσει-με-ποδόσφαιρο.
Κι ύστερα απ’ όλα αυτά, αναρωτιέται, λέει, ο άλλος γιατί όλο και λιγοστεύει ο κόσμος στα ελληνικά γήπεδα. Η απάντηση είναι απλή, απλούστατη: Για όλα φταίει το Πι-Βι-Αρ...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου